ΣΑΛΑ, ΣΑΛΑ

  • από

Από τα γλυκά σου μάτια βρέχει αθάνατο νερό
και σου γύρεψα κονάτι και δε μου ‘δωσες να πιω

σάλα, σάλα, σάλα, σάλα, το μαντίλι σου
να φιλήσω την ελιά σου και τα χείλη σου

-Ωπ! Ωπ! Ωπ! Ωπ!
-Αβνταντάγκιν! Ωπ!

μαύρα μάτια έχεις φως μου, μαύρα ‘ναι σαν την ελιά
κι όποιος τα γλυκοφιλήσει Χάρο δεν φοβάται πια

σάλα, σάλα, μες στη σάλα τα μιλήσαμε
να σε πάρω, να με πάρεις συμφωνήσαμε

Σάλα σάλα μες στη σάλα τα μιλήσαμε,
να με πάρεις, να σε πάρω συμφωνήσαμε.

Σάλα, Μαρουσώ μου, σάλα τα τζίτζι
μες στο μαγερειό,
άσ τα ψάρια να καούνε
κι έβγα να σε δω.

Πότε μαύρα, πότε άσπρα, πότε κόκκινα,
την καρδιά μου να ζητούσες, θα σ την έδινα.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *