Η λυερή τζαι το περτίτζιν

  • από

Περτίτζιν εκακκούριζεν μέσα στο μερσινάτζιν
τζ’ η λυερή τ’ αζούλεψεν που το παραθυράτζιν.

Πουλλίν νάχα τα κάλλη σου! Νάχα τες ομορκιές σου!
Νάχα τζαι τες φωνάες σου! Τζαι τες παρπατησιές σου!

Τ’ αέριν που εφύσησεν επήρεν τη φωνήν της
τζαι το περτίτζιν άκουσεν τζαι λέει τζαι λαλεί της.

Α! Λυερή π’ αζούλεψες που το παραθυράτζιν
εσού τρώεις γλυτζίν ψουμίν μα ’γιώ πίννω φαρμάτζιν.

Εσέναν νιος σε καρτερά να σε σφιχταγκαλιάσει
μα ’γιώ γροικώ τον τζυνηόν πον να με σημαθκιάσει.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *