Γω στα ξένα, καλή μου μάνα, περπατούσα κι όμορφες παρατηρούσα· όλα τα κορίτσια τα ‘δια με τα γέλια και τα χάδια. Μια γαλαζιοφορεμένη την καρδιά μου έχει καμένη. Δεν μπορώ, καλή μου μάνα, δεν μπορώ να τη γελάσω, δεν μπορώ να τη γελάσω, το χεράκι της να πιάσω.