Αϊτέ που κάθεσαι ψηλά

  • από

Αϊτέ που κάθεσαι ψηλά
στ’ `ορος το χιονισμένο

τρώεις το δρόσο του
χιονιού πίνεις νερό κατάκρυο
κατάκρυο.

Λαγό κι αν πιάσεις γεύεσαι, 
περδίκι και δειπνάς το, 
το περδίκι.